Βασιλοευσεβέσι!
Τίς καθημερινές, ὅταν δέν ὑπῆρχει ἄλλος διαθέσιμος ψάλτης στήν Ἐκκλησία (καί συχνά δέν ὑπῆρχε) συνήθιζα στόν ἑσπερινό νά ἀνεβαίνω στό ψαλτήρι. Ψάλλαμε τά τροπάρια ἐναλλάξ μέ τόν ἱερέα.
Θυμᾶμαι μιά χρονιά τήν παραμονή τοῦ Σταυροῦ πρός τό τέλος τοῦ ἑσπερινοῦ ἔπρεπε νά εἰπωθεῖ τρεῖς φορές τό γνωστό τροπάριο «Σῶσον Κύριε τόν Λαό σου …». Ἦταν ἡ σειρά μου νά ξεκινήσω τό πρῶτο. Γιά μερικές στιγμές αἰσθάνθηκα ἀμηχανία. Δέν ἤξερα τί νά κάνω: νά ψάλλω αὐτό πού διάβαζα μπροστά μου δηλαδή « … νίκας τοῖς βασιλεῦσι…» ἤ αὐτό πού ἐπικράτησε σέ ἀρκετούς ναούς δηλαδή «… νίκας τοῖς εὐσεβέσι …»;
Ὡς συνήθως εἶχα ἔρθει καθυστερημένα στό ναό λίγο πρίν τό Κεκραγάριο καί δέν εἶχα προλάβει νά συνεννοηθῶ γιά τό θέμα μέ τόν ἐφημέριο. Ὅμως δέν δίστασα ἰδιαίτερα καί σέ λίγο ἕνα βροντῶδες «τοῖς βασιλεῦσι» ἤχησε στόν ἀέρα. Φυσικά καί ὁ ἱερέας ἔπρεπε ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὅταν θά ἔψελνε γιά δεύτερη φορά τό τροπάριο, νά ἀκολουθήσει τήν ἴδια γραμμή. Ἔψαλε λοιπόν καί αὐτός «τοῖς βασιλεῦσι» (κάπως ... ὑποτονικά βέβαια).
Ὅμως τά πράγματα ἄλλαξαν τήν ἐπαύριο. Ἀνήμερα τοῦ Σταυροῦ λοιπόν τό ἀπολυτίκιο λέγεται μόνο μιά φορά καί ἔτυχε ἡ σειρά τοῦ ἱερέα νά τό ψάλλει. Καί ὁ ἱερέας (σωστά γιά τούς δικούς του λόγους) ἔψαλε βροντωδέστατα καί μέ στόμφο «τοῖς εὐσεβέσι» σάν νά μοῦ ἔλεγε «εἶδες, ἔτσι ἔπρεπε νά τό πεῖς ἐχθές». Φυσικά δέν στεναχωρέθηκα καθόλου. Κάθε ἄλλο. Ὅταν τά πράγματα γίνονται μέ ἀγάπη καί καλοπροαίρετα ὅλα προσλαμβάνονται καί ἀποτελοῦν μόνο εὐκαιρίες σκέψεων καί προβληματισμοῦ.
«Τοῖς βασιλεῦσι», «τοῖς εὐσεβέσι», «τοῖς βασιλοευσεβέσι»!!! Ὅπως καί νά ἔχει, τό ἐκκλησίασμα ἔμεινε μέ τήν ἀπορία. Τήν μιά μέρα νά τό ἀκούει ἔτσι καί τήν ἐπαύριο ἀλλιῶς. Τό ζήτημα (παρά τήν πολύ μεγάλη σοβαρότητά του) μέ τά χρόνια ἴσως ἔχει ἀρχίσει νά γίνεται ἀπό ἀστεῖο ἕως γραφικό. Κατήντησε κάτι σάν τό παιγνίδι τῶν παιδιῶν, ὅταν μαδᾶνε τήν μαργαρίτα: «θά τό πεῖ, δέν θά τό πεῖ»! Ἤ σάν τό «… ἡ δέ γυνή νά φοβεῖται τόν ἄνδρα …» τοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τοῦ γάμου, ὅπου ὅλοι κοιτᾶνε τήν νύμφη ἄν θά πατήσει ἤ ὄχι τό πόδι τοῦ γαμπροῦ!
Δέν ἔψαξα, οὔτε μελέτησα τήν σχετική βιβλιογραφία, ὅμως νομίζω ὅτι τό ζήτημα εἶναι πολύ ἁπλό καί ξεκάθαρο κατά τήν παράδοσή μας καί εἶναι πολύ κρίμα νά ἀσχολούμαστε ἀκόμη μέ αὐτό καί νά «διχαζόμαστε» χωρίς νόημα. Ἡ ἔννοια τοῦ «βασιλιά» φυσικά καί δέν ἔχει καμία σχέση καί καμία αἰχμή καί νύξη γιά τό πολιτειακό καθεστώς. Ἐάν ἑρμηνεύω σωστά τήν ρωμαίικη παράδοσή μας, νομίζω ὅτι, ὅταν τό κείμενο ἀναφέρεται στόν «βασιλιά», ἀναφέρεται ἀκριβῶς στήν πολιτική/κοσμική ἀρχή τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὅσο καί νά θέλομε νά τό ξεχάσομε ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας, ὑπερεθνικός, ἑνιαῖος σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο, μέ τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ ἑνός ἱστορικοῦ σώματος πέρα καί πάνω ἀπό ἐθνικές ἤ γλωσσικές διαφοροποιήσεις.
Εἶναι ὁ Ἰσραήλ, ὁ Λαός τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος συνεχίζει ἀδιάσπαστα ὡς ὁ Ὀρθόδοξος Λαός, ὡς ὁ νέος Ἰσραήλ μέχρι τά ἔσχατα. Ἀξίζει νά ἀναφέρομε ὅτι μέχρι τά χρόνια τοῦ Ἁγίου μας Προφήτου Σαμουήλ ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰσραήλ δέν εἶχε πολιτική ἀρχή. Γιά αἰῶνες εἶχε μόνο τούς Πατέρες καί τούς Κριτές, ἀνθρώπους κοντά στόν Θεό, πού στίς δύσκολες στιγμές καθοδηγοῦσαν ἀσφαλῶς τόν Ἰσραήλ. Ὅμως πρός τό τέλος τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Προφήτου Σαμουήλ λόγῳ ἀδυναμίας καί ὀλιγοπιστίας ὁ Λαός θά ζητήσει ἀπό τόν Θεό νά ἔχει καί αὐτός κοσμική/πολιτική ἀρχή, ὅπως καί οἱ ἄλλοι λαοί γύρω τους. Ὁ Θεός δέν ἤθελε κάτι τέτοιο. Ἤξερε ὅτι αὐτό δέν θά ἦταν πρός ὄφελος τοῦ Ἰσραήλ καί τό ἐξήγησε ἀναλυτικά στόν Λαό του. Ὅμως ὁ Λαός ἐπέμενε καί τελικά ὁ Θεός, ὅπως εἶχε ὑποσχεθεῖ, ἀποδέχτηκε τήν ἀπόφαση τοῦ Λαοῦ του.
Ἔκτοτε, ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ παράλληλα μέ τήν ἑνιαία Ἐκκλησιαστική Ἀρχή (γιά τήν πνευματική καθοδήγηση καί τόν ἁγιασμό του) ἔχει καί ἑνιαία Πολιτική Ἀρχή (γιά τήν ἐπίλυση τῶν ποικίλων, καθημερινῶν, κοσμικῶν τοῦ προβλημάτων). Ἡ Πολιτική αὐτή Ἀρχή θά λάβει διάφορες μορφές ἀνάλογα μέ τό ἱστορικό πλαίσιο (βασιλέας, αὐτοκράτορας κλ) ἤ καί γιά κάποιο διάστημα δέν θά ὑπάρχει καθόλου ὅταν τό ἱστορικό πλαίσιο δέν ἐπιτρέπει τή συγκρότηση τοῦ κράτους τῶν Ὀρθοδόξων. Κάτι τέτοιο ἔγινε προσωρινά ἐπί Οθωμανοκρατίας, ὅταν καί τόν ρόλο τῆς Πολιτικῆς Ἀρχῆς τόν ἀνέλαβε καί αὐτόν ἀγαπητικά καί ἐν διακονίᾳ ἡ Ἐκκλησιαστική Ἀρχή. Οἱ δύο αὐτές Ἀρχές τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ (καί ὄχι γενικῶς τῶν λαῶν) ὀφείλουν νά λειτουργοῦν ἐν συναλληλίᾳ.
Ἡ ἁπλή διοικητική κατανομή σέ πολλές ἐπιμέρους ἑνότητες τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο ἦταν καί εἶναι ἀπαραίτητη καί ἐπιβεβλημένη γιά τήν καλύτερη καί ἀποτελεσματικότερη διακονία τοῦ Λαοῦ. Ὅμως πάντα ὑπῆρχε ἡ ἄμεση ἤ ἡ ἔμμεση ἀναφορά στήν κοινή Ἐκκλησιαστική καί Πολιτική Ἀρχή. Κατά τούς τελευταίους ὅμως αἰῶνες καί δή μετά τόν Διαφωτισμό ὑπῆρξε ἐπί τῆς οὐσίας πολυσδιάσπαση τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ ἐθνικισμοῦ καί τόν σχηματισμό τῶν ἐπιμέρους ἐθνικῶν κρατῶν.
Τό γεγονός ὅτι πρίν τήν πολυδιάσπαση τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ Πολιτική του Ἀρχή ἔλαβε τό σχῆμα τοῦ «βασιλέα» ἤ τοῦ «αὐτοκράτορα» καθόλου δέν «καθαγιάζει» τά συστήματα αὐτά. Ἦταν ἁπλῶς τά ἀπότοκα τῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν καί τῶν πλαισίων πού ἐπικρατοῦσαν τά χρόνια ἐκεῖνα. Σήμερα ὅμως, τόν 21ο αἰώνα, μέ τίς τόσες τεχνολογικές δυνατότητες, ἡ κοινή Πολιτική Ἀρχή τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο ὀφείλει καί ἀσφαλῶς μπορεῖ νά προκύψει ἀπό διαδικασίες πραγματικῆς ἀντιπροσωπευτικῆς δημοκρατίας, ἤ ἀκόμα καί ἀπό καθαρά ἀμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Φυσικά μέ ἐκλογικά συστήματα, τά ὁποῖα δέν θά βασίζονται ὅπως τώρα σέ κομματικούς μηχανισμούς (μέ τίς τόσες παθογένειες), ἀλλά μέ ἐκλογικά συστήματα τά ὁποῖα θά ἀναδεικύουν τό πρόσωπο, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ λειτουργία τῶν Κοινοτήτων σέ πολιτικό ἐπίπεδο. Ἡ τεχνολογία πλέον μᾶς δίνει ἀπεριόριστες δυνατότητες καί εἶναι στήν εὐθύνη μας, στήν εὐθύνη τῶν Ὀρθοδόξων νά διαμορφώσομε συλλογικῶς πραγματικά καί οὐσιαστικά δημοκρατικές διαδικασίες γιά τήν ἐκλογή τῶν ἀρχόντων μας σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο.
Κατά τόν 21ο αἰώνα, τόν αἰώνα τῆς ἐπικοινωνίας, τῆς ἀμεσότητας καί τῆς ἐκρηκτικῆς τεχνολογικῆς ἐξέλιξης, ἀλλά καί τόν αἰώνα ὅμως τῶν πολλαπλῶν ὀντολογικῶν ἀδιεξόδων τοῦ μετανεωτερικοῦ ἀνθρώπου, ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ θά ἀποκτήσει καί πάλι τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ ἑνός ἑνιαίου ὑπερεθνικού σώματος σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο. Στό σημερινό παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο καί ὑπό τήν πίεση τῆς ρευστότητας καί τῶν πολλαπλῶν ἀδιεξόδων, ὁ Ὀρθόδοξος Λαός, ὡς ὁ μόνος πού διαθέτει τίς οὐσιαστικές ἀπαντήσεις καί ὡς ὁ μόνος πού βιώνει ἐνσάρκως τίς προοπτικές θά καταστεῖ καί πάλι ἕνα πραγματικά ἑνιαῖο ἱστορικό σῶμα ὑπερβαίνοντας ἀγκυλώσεις αἰώνων. Θά πορευτεῖ δέ σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο μέ ἑνιαία Πολιτική καί Ἐκκλησιαστική Ἀρχή ἐν λαμπρότητι ἀπό κορυφή σέ κορυφή καί ἀπό δόξης εἰς δόξαν πρός τήν ἐσχατολογική του προοπτική καί τελείωση.
Ὅταν λοιπόν τό τροπάριο ἀναφέρεται στούς «βάσι-λείς», ἀναφέρεται στούς ἀσκοῦντες τήν Πολιτική Ἀρχή τοῦ ἑνιαίου, ὑπερεθνικοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ, στούς ἀσκοῦντες πού ἔχουν τή βάση τους στό Λαό, σ' αὐτούς πού «βαίνουν» πρός τόν Λαό, σ' αὐτούς πού προέρχονται ἀπό τόν Λαό, σ' αὐτούς πού μεριμνοῦν γιά τόν Λαό, σ' αὐτούς πού ἀναφέρονται συνεχῶς στόν Θεό καί στόν Λαό τοῦ Θεοῦ. Σ' αὐτούς τούς «βασιλεῖς» ἀναφέρεται τό τροπάριο καί φυσικά ὄχι στούς «ἄλλους», οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν … ἰδέα ἀπό Ὀρθοδοξία.
Τέλος, θά πρέπει νά τονιστεῖ ὅτι τό τροπάριο μέ τήν χρήση τοῦ «τοῖς βασιλεῦσι» μᾶς ὑπομιμνήσκει συνεχῶς τό ἑνιαῖο τοῦ σώματος μέ τήν κοινή Πολιτική καί Ἐκκλησιαστική Ἀρχή πιέζοντάς μας πρός τήν κατεύθυνση τῆς ἑνότητας, ἐνῶ ἀντίθετα μέ τήν χρήση τοῦ «τοῖς εὐσεβέσι», μέ μιά ἁπλή δηλαδή γενικότητα, χάνεται κάθε δυναμική. «Τοῖς βασιλεῦσι» λοιπόν καί ποτέ «τοῖς εὐσεβέσι».
Ἰωάννης Κων. Νεονάκης
Ἐπικεφαλῆς Θ.Ο. Ρωμηοσύνης